αυτοενέργεια

αυτοενέργεια

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "αυτοενέργεια" в других словарях:

  • αυτενέργεια — Ενέργεια που προέρχεται από την ελεύθερη θέληση ή την παρόρμηση του ατόμου και δεν οφείλεται σε ξένη επίδραση. Κατά τους ψυχολόγους α. είναι το είδος εκείνο της πράξης που προέρχεται από το ελεύθερο εγώ, είναι δηλαδή άμεση έκφρασή του. * * * η (Μ …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»